Μερικοί έχουν στο μυαλό τους το ρούμι ως ένα καλοκαιρινό ποτό, ενώ αρκετοί το γνωρίζουν κυρίως μέσα από τα παγωμένα Daiquiris και Mojitos. Στην πραγματικότητα, το γνωστό απόσταγμα είναι πολλά περισσότερα… Ξεκίνησε τον 17 αιώνα ως “μικρός συνέταιρος” στη βιομηχανία της ζάχαρης στην Καραϊβική και σήμερα είναι ένα από τα πρώτα σε παγκόσμια κατανάλωση αποστάγματα. Για να φτάσει ως εδώ, πέρασε από πολλές φουρτουνιασμένες θάλασσες: από νόμισμα για την πληρωμή των σκλάβων, δυναμωτικό για τους Άγγλους ναυτικούς και alter ego πειρατών, έγινε πηγή έμπνευσης για συγγραφείς και καλλιτέχνες και η καλύτερη συντροφιά της αριστοκρατίας.
Εμείς κάναμε μια βουτιά στην ιστορία του, περάσαμε στην παραγωγή και εμβαθύναμε στις διάφορες κατηγορίες του. Αφήσαμε το καλύτερο για το τέλος. Δοκιμάσαμε μερικά αντιπροσωπευτικά δείγματα παλαιωμένων ρουμιών και… το απολαύσαμε. Ελπίζουμε να το απολαύσετε κι εσείς και να εμπνευστείτε χειμωνιάτικα σκηνικά με ένα πλούσιο σκούρο ρούμι και σοκολάτα.
Το ρούμι στην ιστορία…
Με το πέρασμα του χρόνου, το ρούμι έκανε άλματα στην ποιότητα και από βαρύ και καυστικό αλκοόλ που ήταν κάποτε, εξελίχθηκε σε ένα εκλεπτυσμένο, συναρπαστικό απόσταγμα. Η συνέχεια ήρθε αβίαστα, έδωσε ιδέες στους bartenders και αποτέλεσε τη βάση για τα πιο διάσημα cocktails, σε παγκόσμιο επίπεδο.
Σήμερα, διανύει την καλύτερη περίοδο του, με μια ανανεωμένη γκάμα, που εμπεριέχει από λευκά μέχρι super premium ρούμια παλαίωσης. Αυτή η ποικιλία σε στυλ το έχει καθιερώσει ως περιζήτητο πεδίο γευστικής εξερεύνησης.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή…
Χαρακτηριστικό γραμματόσημο με φυτεία ζαχαροκάλαμου
Το ρούμι κουβαλάει πολλά χρόνια ιστορίας στην πλάτη του. Η πρώτη αναφορά γίνεται το 1493, όταν ο Χριστόφορος Κολόμβος μετέφερε με τα πλοία του φυτά ζαχαροκάλαμου, από τα Κανάρια νησιά στην Αϊτή και στον Άγιο Δομίνικο, για να τα μεταφυτεύσει. Επίσημα, οι πρώτες γραμμές για την παραγωγή του γράφονται το 1647, όταν ο Άγγλος Richard Ligon έφτασε στα Μπαρμπέιντος εφοδιασμένος επίσης με ζαχαροκάλαμο, με σκοπό την καλλιέργεια, για την παραγωγή της ζάχαρης. Καθώς οι Άγγλοι άποικοι ενδιαφέρονταν για την εκμετάλλευση της ζάχαρης, οι ντόπιοι- σκλάβοι, που καλλιεργούσαν τις φυτείες, χρησιμοποίησαν τα παραπροϊόντα του ζαχαροκάλαμου για να παράγουν, με ζύμωση και απόσταξη, ένα ποτό γνωστό τότε ως Kill Devil. Σύντομα, το δυνατό ποτό (το μελλοντικό ρούμι) έγινε μέρος της ζωής τους. Οι Άγγλοι ναυτικοί το αγάπησαν και στις μεγάλες τους επιχειρήσεις το είχαν ως δυναμωτικό-ελιξίριο.
Αυτόγραφο του Ernest Hemingway στο La Bodeguita del Medio στην Αβάνα
Το 1795, μετά από προτροπή του ναύαρχου Edward Vernon, πρόσθεσαν στο ποτό ζάχαρη και χυμό κίτρου, δημιουργώντας εν αγνοία τους το “grog”, το πρώτο cocktail με ρούμι. Όπως αποδείχτηκε, τα συστατικά του cocktail βοήθησαν στη μείωση των κρουσμάτων ασθενειών από έλλειψη βιταμινών και ίσως συνετέλεσε μεταξύ άλλων στο να νικήσουν οι Άγγλοι το 1805 στο Ακρωτήριο Τραφάλγκαρ, το γαλλικό και το ισπανικό ναυτικό. Εξίσου δυνατή επίδραση είχε στους σκλάβους των φυτειών, που το κατανάλωναν για να αντιμετωπίζουν τις κακουχίες και πολλές φορές αμείβονταν με αυτό για να κάνουν περισσότερες, δύσκολες δουλειές. Αναμφισβήτητα, όμως, το ρούμι είναι συνδεδεμένο περισσότερο με τους πειρατές στη συνείδησή μας. Είναι το αλκοόλ που ενσάρκωσε τη φιλοσοφία τους και έγινε λάβαρο στις πειρατικές τους επιχειρήσεις.
Εκείνα τα χρόνια, το ρούμι ήταν ιδιαίτερα σκληρό και βαρύ. Η εξέλιξη προς την κατεύθυνση της υψηλής ποιότητας ξεκίνησε αρκετά αργότερα, το 1862, όταν ο Ισπανός μετανάστης Don Facundo Bacardi αγόρασε ένα αποστακτήριο στο Σαντιάγκο της Κούβας και παρήγαγε ένα καινούριο ρούμι, ελαφρύ, μαλακό, με ντελικάτα αρώματα και γεύση. Έτσι, ξεκίνησε μια νέα εποχή για το ρούμι, που το έφερε θεαματικά στο προσκήνιο. Από τις θάλασσες, τα αμπάρια, τα πεδία των μαχών και τα καταγώγια, πέρασε στα σαλόνια και στα ποτήρια των αριστοκρατών, των διανοούμενων και των διασήμων… Από τους πιο θερμούς και γνωστούς οπαδούς του ήταν ο συγγραφέας Ernest Hemingway -και μάλιστα προς τιμήν του δημιουργήθηκε το Papa Doble, μια παραλλαγή του Daiquiri με διπλή δόση ρούμι.
Το ιστορικό μπαρ της Αβάνας La Bodeguita del Medio
Οι bartenders εμπνεύστηκαν σε μεγάλο βαθμό από αυτό και με τις συνταγές τους συνέβαλαν στη διάδοσή του σε όλα τα μπαρ του κόσμου. Είναι αλήθεια ότι ο κατάλογος των κλασικών πλέον cocktails, με πρωταγωνιστή το ρούμι, είναι πολύ μεγάλος, αρκεί να αναφέρουμε το Mai Tai και το Zombie.
Σήμερα, βρίσκεται πια στην premium εποχή του, με παλαιωμένες ετικέτες, που το κάνουν να “κοιτάει” στα ίσα το ουίσκι και το κονιάκ. Σοβαρό και ανανεωμένο, αποτελεί ισχυρή πρόταση για χειμωνιάτικες βραδιές, με ταιριαστή παρέα πούρο και σοκολάτα ή για straight καταναλώσεις στη μπάρα.
Από τις φυτείες, στον άμβυκα και τους αποστακτήρες
Το ρούμι είναι το αλκοολούχο ποτό που παράγεται από το χυμό του ζαχαροκάλαμου ή τη μελάσα, τη μαγιά και το νερό. Η διαδικασία ξεκινάει με τη συλλογή των ζαχαροκάλαμων και την σύνθλιψή τους, για την παραλαβή του χυμού. Στη συνέχεια, ο χυμός βράζει, μέχρι να αρχίσουν να σχηματίζονται μικροί κρύσταλλοι ζάχαρης. Αυτοί αφαιρούνται και τελικά παραμένει ένα συμπυκνωμένο σκούρο υγρό, η μελάσα.
Από μελάσα παράγονται τα περισσότερα ρούμια, εκτός από τα agricole, που προέρχονται από τον χυμό του ζαχαροκάλαμου. Η μελάσα, για να μπορεί να ζυμωθεί, αραιώνεται με νερό και στο τελικό μείγμα προστίθενται οι ζύμες. Μόλις ολοκληρωθεί η ζύμωση, το αλκοολικό προϊόν οδηγείται στην απόσταξη. Αν και μερικά ρούμια αποστάζονται σε ασυνεχείς άμβυκες, τα περισσότερα γίνονται σε συνεχείς αποστακτήρες. Αυτά που προέρχονται από τον άμβυκα είναι “γεμάτα”, αλλά πιο βαριά, ενώ αυτά από τις συνεχείς στήλες είναι λεπτά και φινετσάτα.
Μετά το τέλος της απόσταξης, η πορεία παραγωγής έχει δυο δρόμους ν΄ ακολουθήσει: ή την άμεση εμφιάλωση ή την ωρίμανση σε δρύινα βαρέλια. Το ρούμι μπορεί να παλαιώσει από λίγους μήνες έως αρκετά χρόνια, στη συντριπτική πλειοψηφία σε βαρέλια αμερικανικής δρυός, που πριν περιείχαν bourbon. Κάποιοι τύποι ρουμιού, όμως, επιλέγουν τη χρήση βαρελιών γαλλικής δρυός, που πριν φιλοξενούσαν κονιάκ, ενώ σπανιότερα συναντάμε και βαρέλια από sherry.
Γνωριμία με τις κατηγορίες
Το συναρπαστικό στο ρούμι είναι ότι διαθέτει ανεξάντλητη γκάμα: πολλούς διαφορετικούς τύπους και ακόμα περισσότερες καταγωγές:
1. Με βάση το χρώμα
Διακρίνονται σε λευκά, χρυσά και σκούρα. Το χρώμα υποδηλώνει διαφορετικά στυλ, που περιλαμβάνουν από ελαφριά ρούμια -εξαιρετικά σε cocktails-, μέχρι πολύπλοκα και πληθωρικά, που απολαμβάνονται σκέτα. Αναλυτικά:
Λευκά ή Silver: είναι ελαφριά, δροσερά, με αρώματα πράσινων φρούτων, εσπεριδοειδών και γρασιδιού. Αποτελούν ιδανική βάση για cocktails και ταιριάζουν με μέντα, λάιμ και χυμούς φρούτων.
Χρυσά: παλαιώνουν σε δρύινα βαρέλια και αναπτύσσουν αρώματα καραμέλας βουτύρου, καρύδας και ώριμων φρούτων. Στο shaker δίνουν cocktails πιο έντονα και σύνθετα.
Σκούρα: εδώ αναφερόμαστε στα καφέ, σχεδόν μαύρα ρούμια, που παλαιώνουν για αρκετά χρόνια σε βαρέλια. Η μύτη τους είναι σύνθετη, με νότες σύκου, σταφίδας, γαρίφαλου, κανέλας, σοκολάτας, καμένης ζάχαρης και καραμέλας. Το στόμα είναι γεμάτο και αξίζει να το να δοκιμάζουμε σκέτο.
2. Με βάση την προέλευση
Ρούμι παράγεται όπου καλλιεργείται και ζαχαροκάλαμο. Καθώς υπάρχουν πάρα πολλές πατρίδες, μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές είναι η Κούβα, η Γουιάνα, τα Μπαρμπέιντος, η Τζαμάικα, η Λατινική Αμερική, αλλά και η Γαλλία και η Ισπανία (με εισαγόμενη πρώτη ύλη). Κάθε προέλευση έχει το δικό της στυλ:
Χαρακτηριστικά κουβανέζικα ρούμια
Κούβα: Είναι κομψά, με ελαφριά φυτικά αρώματα και νύξεις εσπεριδοειδών.
Γουιάνα: συμπυκνωμένα, με αρώματα, που παραπέμπουν σε ώριμα φρούτα.
Μπαρμπέιντος: ξεχωρίζουν για τα φρουτώδη αρώματα και την ισορροπημένη γεύση.
Τζαμάικα: είναι γνωστά για την πληθωρική και πολύπλοκη γεύση τους- από νότες λουλουδιών, μέχρι ώριμου ανανά και μπανάνας.
Λατινική Αμερική: είναι γοητευτικά και εκλεπτυσμένα, με νότες τροπικών φρούτων.
Γαλλία: διακρίνονται για τις ωραίες ανθικές νότες.
Ισπανία: έχουν τονισμένο μπουκέτο αρωμάτων, με βατόμουρα, δαμάσκηνα και κεράσια…
3. Ειδικές κατηγορίες
-Rhum agricole: παράγονται στη Μαρτινίκα και στη Γουαδελούπη από χυμό ζαχαροκάλαμου και διακρίνονται για το φυτικό χαρακτήρα και τη λιπαρή τους υφή.
-Rhum industriel: λέγονται τα γαλλικά ρούμια που προέρχονται από τη μελάσα.